ΑΠΟΦΑΣΗ 7422/2019 Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης (Ειδική Διαδικασία)

Τέκνο γεννημένο εκτός γάμου – Εκούσια αναγνώριση αυτού από τον πατέρα – Απόρριψη αγωγικού αιτήματος του πατέρα να του ανατεθεί η από κοινού με τη μητέρα άσκηση της γονικής μέριμνας

«Σύμφωνα με τη διάταξη άρθρου 1515 Α.Κ., «η γονική μέριμνα του ανηλίκου τέκνου, που γεννήθηκε και παραμένει χωρίς γάμο των γονέων του, ανήκει στη μητέρα του. Σε περίπτωση αναγνώρισης του, αποκτά γονική μέριμνα και ο πατέρας, που όμως την ασκεί αν έπαυσε η γονική μέριμνα της μητέρας, ή αν αυτή αδυνατεί να την ασκήσει για νομικούς ή πραγματικούς λόγους. Με αίτηση του πατέρα το δικαστήριο μπορεί, και σε κάθε άλλη περίπτωση και ιδίως αν συμφωνεί η μητέρα, να αναθέσει και σ’ αυτόν την άσκηση της γονικής μέριμνας ή μέρους της, εφόσον αυτό επιβάλλεται από το συμφέρον του τέκνου…». Συνεπώς, από τη διάταξη αυτήν προκύπτει, ότι η γονική μέριμνα του ανηλίκου τέκνου, που γεννήθηκε και παραμένει εκτός γάμου των γονέων του, έχει δε αναγνωρισθεί εκουσίως από τον φυσικό του πατέρα, κατά τους όρους των άρθρων 1475 – 1476 ΑΚ, ασκείται αποκλειστικά από τη μητέρα του, ενώ στον εξ’ αναγνωρίσεως πατέρα επιφυλάσσεται ένας ρόλος αναπληρωματικός αλλά και η δυνατότητα, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, να παραμερίσει δικαστικά το προνόμιο αυτό της μητέρας. Ειδικότερα, ο εξ’ αναγνωρίσεως πατέρας μπορεί να ασκεί τη γονική μέριμνα : α) Αυτοδικαίως, αν έπαυσε η γονική μέριμνα της μητέρας λόγω θανάτου ή κηρύξεως της σε αφάνεια ή ένεκεν εκπτώσεως της κατ’ άρθρο 1510 παρ. 3 ΑΚ, ή αν αυτή αδυνατεί να την ασκήσει για νομικούς (ανικανότητα ή περιορισμένη ικανότητά της για δικαιοπραξία) ή πραγματικούς λόγους (αποδημία της ή βαριά ασθένεια της), οπότε την αναπληρώνει ο ίδιος στην άσκηση της. β) Σε κάθε άλλη περίπτωση με δικαστική απόφαση, η οποία εκδίδεται μετά από αίτηση του ιδίου του πατέρα, εφόσον αυτό επιβάλλεται από το συμφέρον του τέκνου. Η δικαστική δε απόφαση μπορεί να αναθέτει την άσκηση της γονικής μέριμνας είτε αποκλειστικά στον εξ’ αναγνωρίσεως πατέρα, είτε από κοινού σ’ αυτόν και τη μητέρα, είτε να κατανείμει μεταξύ αυτών τις λειτουργίες της […].

Οι διάδικοι, από το έτος 2013, ζούσαν μαζί υπό καθεστώς ελεύθερης συμβίωσης, στα πλαίσια του οποίου απέκτησαν ένα τέκνο, την …., ηλικίας σήμερα δύο ετών (γεννημένη στις 17-9-2016). Το εν λόγω ανήλικο τέκνο αναγνωρίσθηκε εκουσίως από τον ενάγοντα δυνάμει της υπ’ αριθμ. ………… συμβολαιογραφικής πράξης του συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης ………….., λαμβάνοντας μάλιστα το επώνυμο του πατέρα […]. Όμως μεταξύ τους οι διάδικοι, λόγω των προσωπικών τους διαφορών και διαφωνιών ακόμα και σε απλά καθημερινά θέματα που άπτονται της ανατροφής της ανήλικης, έρχονται σε συχνή αντιπαράθεση, πολλές φορές κατά παραβίαση των αποφάσεων που έχουν εκδοθεί για την επικοινωνία του τέκνου τους (άλλοτε για θέματα διατροφής – σίτισης της ανήλικης και συχνότερα για θέματα τηλεφωνικών συνομιλιών με την ανήλικη, του γονέα που για το χρονικό διάστημα εκείνο δεν διαμένει με την ανήλικη), με σκοπό την ικανοποίηση περισσότερο των δικών τους αναγκών και επιθυμιών και λιγότερο την εξυπηρέτηση του συμφέροντος του τέκνου τους. Λόγο διαφωνιών αποτέλεσε ακόμα και το απλό γεγονός ότι η ανήλικη έφερε σταυρουδάκι στο λαιμό της, το οποίο ο ενάγων αφαιρούσε κατά το χρόνο επικοινωνίας μαζί της, με αποτέλεσμα η ενάγουσα να απαιτεί να της επιστρέψει τα σταυρουδάκια και να μην προβεί εκ νέου σε αφαίρεση του σταυρού που φέρει η ανήλικη. Εξάλλου από το γεγονός ότι κατά το διάστημα της επικοινωνίας του ενάγοντος με την ανήλικη, δεν επέτρεπε την καθημερινή συνομιλία της ανήλικης με την εναγόμενη μητέρα της, εντείνοντας το άγχος που η εναγόμενη βίωνε λόγω της μικρής ηλικίας του τέκνου της, ως νέα μητέρα, το οποίο βρισκόταν μακριά της, καταδεικνύει απουσία συνεννόησης των διαδίκων για τα καθημερινά θέματα, τα άπτονται της κοινής λογικής. Η δε εναγόμενη χολωμένη από την άμεση τέλεση γάμου του ενάγοντος με την νέα του σύζυγο, μετά το χωρισμό τους και πιστεύοντας ότι ο ενάγων έχει ασταθή χαρακτήρα, δεν τον εμπιστεύεται, με αποτέλεσμα να βιώνει μεγαλύτερη ανασφάλεια, η οποία πολλές φορές δεν είναι λογική, παρά ταύτα δικαιολογείται, λόγω της παντελούς απουσίας της μεταξύ τους συνεννόησης. Άλλωστε, οι διάδικοι, έχοντας διαφορετικές αντιλήψεις για το μεγάλωμα της ανήλικης, οι οποίες εντείνονται καθότι οι διάδικοι με εγωιστικά κίνητρα, παραβλέποντας το συμφέρον του τέκνου τους και χωρίς να κάνουν αμοιβαίες υποχωρήσεις, με γνώμονα το συμφέρον του τέκνου τους, όπως θα έπρατταν στη περίπτωση που συμβίωναν, διαφωνούν με αποτέλεσμα να κρίνεται ότι η από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας δεν θα είναι προς το συμφέρον της ανήλικης. Συνεπώς, το δικαστήριο δεχόμενο κατ’ αρχήν και οι δύο γονείς είναι κατάλληλοι για την άσκηση της γονικής μέριμνας, καθώς υπεραγαπούν το τέκνο τους, καταλληλότερο όμως πρόσωπο για να αναλάβει το έργο αυτό κρίνεται η εναγόμενη, (η οποία έχει εκ του νόμου την αποκλειστική άσκηση) καθώς το ανήλικο τέκνο βρίσκεται ακόμη σε τέτοια ηλικία που έχουν ανάγκη την προσωπική φροντίδα και περιποίησή της, και συνεκτιμώντας την δήλωσή της ότι δεν συναινεί στην από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας της ανήλικης με τον ενάγοντα. Με βάση τις παραδοχές αυτές, κρίνοντας το δικαστήριο ότι το αληθινό συμφέρον του τέκνου επιβάλλει την άσκηση της γονικής μέριμνάς του αποκλειστικά από την μητέρα του, καθώς η κατάτμηση της γονικής μέριμνας ή μέρους αυτής, που περιλαμβάνει, τη διοίκηση της περιουσίας και την εκπροσώπηση του ανηλίκου, (η επιμέλεια άλλωστε ασκείται αποκλειστικά από την μητέρα, γεγονός στο οποίο συναινεί και ο ενάγων) είναι αντίθετη προς το συμφέρον του τέκνου, κατά το παρόν χρονικό διάστημα, λόγω της έλλειψης οποιασδήποτε συνεννόησης μεταξύ των διαδίκων, γεγονός για το οποίο δεν ευθύνεται αποκλειστικά η εναγόμενη, αλλά φέρει μεγάλο μερίδιο ευθύνης και ο ενάγων».